μιλεφιόρι

μιλεφιόρι
το
αντικείμενο από γυαλί διακοσμημένο με λευκές γυάλινες πολύχρωμες ράβδους, που η τομή τους παρουσιάζει συμμετρικά σχέδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. millefiori].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Πύλου Αντωνοπούλειο — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πύλου χτίστηκε το 1956, με έξοδα του οδοντίατρου Χρήστου Αντωνόπουλου, για να στεγάσει τα πλούσια ευρήματα της Πυλίας που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη. Στο μουσείο στεγάζονται αγγεία, έργα μικροτεχνίας,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”